Οι Τρεις Ιεράρχες ως Παιδαγωγοί

Γράφει ο Κωνσταντίνος Πνευματικός, Δάσκαλος και Θεολόγος

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΙ

Εισαγωγή

Στις 30 Ιανουαρίου που η Εκκλησία μας τιμά και πανηγυρίζει τους «τρεις μεγίστους φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος», τους τρεις Ιεράρχες και Οικουμενικούς διδασκάλους, τον Βασίλειο τον Μέγα, Γρηγόριο τον Θεολόγο, και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, γιορτάζει και η Ελληνική Παιδεία. Και δικαίως η Εκκλησία μας από τον 11ο αιώνα καθιέρωσε την γιορτή των Τριών Ιεραρχών ως γιορτή των Ελληνικών γραμμάτων, διότι όπως θα δούμε από την μελέτη μας αυτή, οι Τρεις Ιεράρχες εκτός από μεγάλες ηγετικές φυσιογνωμίες της Εκκλησίας μας, υπήρξαν και μεγάλοι Παιδαγωγοί, διότι καθιέρωσαν τις παιδαγωγικές αρχές που πρέπει να διέπουν την Ελληνοχριστιανική Παιδεία, δημιούργησαν τον λεγόμενο Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό με την συνένωση της Ελληνικής Παιδείας με τον Χριστιανισμό, και τόνισαν την μεγάλη αξία που έχει η αγωγή των παιδιών για την μετέπειτα ζωή τους.

Στη μελέτη μας αυτή θα δώσουμε μερικά αξιόλογα δείγματα της θέσης που πήραν οι Τρεις Ιεράρχες πάνω σε διάφορα παιδαγωγικά θέματα. Ας αρχίσουμε με την θέση των Τριών Ιεραρχών πάνω στο ζήτημα της αγωγής των παιδιών από την οικογένεια.

  1. Ανατροφή των παιδιών από τους γονείς.

Στο θέμα αυτό της ανατροφής των παιδιών από την οικογένεια, οι Τρεις Ιεράρχες είναι ιδιαίτερα αυστηροί, κυρίως ο Μ. Βασίλειος και ο Ιερός Χρυσόστομος. Λέγει λοιπόν ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ου το κυήσαι μητέρα εργάζεται αλλά το θρέψαι καλώς» ( Ομιλία Περί παίδων αγωγής και κατά αμελών γονέων), τονίζοντας ότι έργο της μητέρας δεν είναι μόνο η κυοφορία, αλλά η σωστή ανατροφή. Ερμηνεύοντας ο Ιερός Χρυσόστομος το χωρίο της προς Τιμόθεον Επιστολής και ιδιαιτέρως την λέξη «ει ετεκνοτρόφησεν» παρατηρεί «τροφήν ενταύθα φησίν την της δικαιοσύνης επιμέλειαν, την ανατροφήν την μετ’ ευλαβείας, ως αί γε μη ούτω τρέφουσαι παιδοκτόνοι μάλλον εισι ν ή μητέρες» , ότι κύριο μέλημα της συζύγου θεωρεί ο Ιερός Πατέρας την ανατροφή των τέκνων, ενώ τον πατέρα χαρακτηρίζει βοηθό της μητέρας στο έργο της ανατροφής, φαίνεται από τα παρακάτω: «Αν ούτως ( ως προδιέγραφεν) οι γάμοι γένωνται, και τα παιδία μετά πολλής της ευκολίας εις αρετήν αγαγείν δυνησόμεθα. Όταν γαρ η μήτηρ ούτως η κοσμία και σώφρων και πάσαν αρετήν κεκτημένη πάντως και τον άνδρα ελείν δυνήσεται…. Ελούσα δε αυτόν μετά πολλής έξει της προθυμίας βοηθούντα προς την των παίδων επιμέλειαν….» ( Ι. Χρυσοστόμου Προς Εφεσίους, Ομιλία Κ`).

Αλλά οι Άγιοι Πατέρες δεν αρκούνται μόνο στην ανατροφή των παιδιών από τους γονείς, και κυρίως από την μητέρα, αλλά ως ακριβείς παιδαγωγοί, ως βαθείς ψυχολόγοι, δίνουν πολύτιμες συμβουλές για την αγωγή των παιδιών, τονίζουν την ανυπολόγιστη αξία του παραδείγματος, και συνιστούν την προσοχή των γονέων για την ευθύνη που έχουν απέναντι των παιδιών τους και της κοινωνίας γενικότερα. ( Γ. Σωτηρίου «Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχαι» σελ.22, Θεσσαλονίκη 1995). Ο Μ. Βασίλειος αναφερόμενος στην επίδραση του περιβάλλοντος και μάλιστα του οικογενειακού, ομιλεί για τη σημασία του παραδείγματος. Ο παιδαγωγός, είτε πατέρας είναι, είτε μητέρα, εμφανίζεται ως «άρχοντας» στα μάτια του νεαρού. « Σαν τέτοιος που είναι, οφείλει να εξουσιάζει και να το νικά στην αρετή, αν όμως νικιέται παύει να είναι άρχοντας». Το σφάλμα κατά τον ίδιο Πατέρα, δεν μετριέται ανάλογα με την βαρύτητα, αλλά και ανάλογα με την θέση του φταίχτη.

Ο Ι. Χρυσόστομος θεωρεί την αξία του παραδείγματος ανώτερη και από το θαύμα, διότι το μεν θαύμα γίνεται και τελειώνει, το παράδειγμα όμως ελκύει, εντυπώνεται βαθιά και καλλιεργεί την ψυχή. Την ευθύνη των γονέων για την ανατροφή τω ν παιδιών τονίζει ο Μ. Βασίλειος λέγοντας ότι η παραμέληση της ανατροφής αποτελεί αθέτηση του θείου προορισμού της μητέρας, και έτσι μεγάλη ευθύνη απέναντι στον Θεό. Κατά τον Ι. Χρυσόστομο κάθε κοινωνική ακαταστασία έχει την ρίζα της στην κακή ανατροφή των παιδιών. «Τούτο εστί, ο την οικουμένην ανατρέπει πάσαν, ότι των οικείων αμελούμεν παιδίων», δηλαδή «Αυτό είναι, που ανατρέπει όλον τον κόσμο, ότι δηλαδή αμελούμε τα δικά μας παιδιά».

  1. Η αγωγή των παιδιών κατά το σχολείο

Ας αφήσουμε τώρα την ανατροφή των παιδιών και τον πρώτο παράγοντα αγωγής που είναι η οικογένεια, και ας έλθουμε να δούμε τις θέσεις των Τριών Ιεραρχών για την αγωγή των παιδιών μέσα στο σχολικό περιβάλλον. Η εξέταση των απόψεων αυτών θα γίνει κατά διάφορα παιδαγωγικά θέματα.

  1. Η σπουδαιότητα της αγωγής

Οι Τρεις Ιεράρχες έδωσαν μεγάλη αξία και σπουδαιότητα στο θέμα της αγωγής, διότι κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, « Της τέχνης ταύτης ουκ εστι άλλη μείζων, τι γαρ ίσον του ρυθμίσαι ψυχήν και διαπλάσαι διάνοιαν;» ( Ι. Χρυσοστόμου. Υπόμνημα εις τον Ματθαίον, ομιλία Ξ`). Δηλαδή δεν υπάρχει τίποτε άλλο ανώτερο από το να ρυθμίσει κανείς την ψυχή και να διαπλάσει το μυαλό του; Επίσης ο Μ. Βασίλειος τονίζει πόσο αναγκαία είναι η αγωγή, διότι « Εύπλαστον έτι ούσαν και απαλήν την ψυχήν και ως κηρόν εύεικτον, ταις των επιβαλλομένων μορφαίς ραδίως εντυπουμένη, προς πάσαν αγαθών άσκησιν ευθύς εξ αρχής ανάγεσθαι χρή».( Μ. Βασιλείου, Κεφάλαιον των κατά πλάτος όρων,ιε`). Δηλαδή η ψυχή του ανθρώπου όντας εύπλαστη και μαλακή και όπως το κερί λειώνει εύκολα, εντυπώνεται εύκολα στις μορφές αυτών που επιβάλλονται, πρέπει να οδηγούμε αμέσως στην άσκηση των αγαθών. Επιβεβαιώνει αυτό και ο Ιερός Χρυσόστομος λέγοντας τα εξής : « Αν εις απαλήν έτι ούσαν την ψυχήν εντυπωθή τα καλά διδάγματα, ουδείς αυτά εξελείν δυνήσεται»( Ι. Χρυσοστόμου, Ομιλία « πως δει τους παίδας ανατρέφειν».). « Αν εντυπωθούν τα καλά διδάγματα σε μια ψυχή που είναι απαλή, κανείς δεν μπορεί να τα αφαιρέσει». Αλλά και για έναν λόγο είναι απαραίτητη η αγωγή, για την ηθική τελείωση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού. « Το μεν κατ’ εικόνα, φύσει δέδοται ημίν…….. το δε καθ’ ομοίωσιν εκ προαιρέσεως και οίκοθεν, κατορθούμεν ύστερον δια της αρίστης πολιτείας και των περί τα καλά πόνων» κατά τον Μ. Βασίλειο, στον Ά Λόγο του για την κατασκευή του ανθρώπου. Έτσι λοιπόν σύμφωνα με το παραπάνω χωρίο το κατ’ εικόνα δόθηκε από τον Θεό ως φυσικό χάρισμα, ενώ το καθ’ ομοίωσιν το άφησε στην δική μας θέληση και ελευθερία, και το κατορθώνουμε αργότερα με την ενάρετη ζωή και τους κόπους γύρω από τα καλά πράγματα. Σύμφωνα μ’ αυτά, εφόσον η αγωγή προάγει, μαζί με άλλα, το « κατ’ εικόνα» στο « καθ’ ομοίωσιν», αποτελεί θεϊκό έργο, και επομένως απαραίτητο για την σωτηρία του ανθρώπου.

Αναφωνεί ο Ιερός Χρυσόστομος σ’ έναν οποιοδήποτε Πατέρα: « άσκησον του παιδός την ψυχήν, κακείνα ( τα υλικά αγαθά) παρέσται λοιπόν. Ταύτης μεν γαρ ούσης αγαθής, ουδέν όφελος αυτώ των χρημάτων» ( Ομιλία Θ` Προς Τιμόθεον). Προτρέπει δηλαδή ο Άγιος Πατέρας τον οποιοδήποτε πατέρα να φροντίζει να ασκεί την ψυχή, διότι τα υλικά αγαθά φεύγουν. Η ψυχή είναι αγαθή από την φύση της, και δεν έχει περισσότερο όφελος από τα χρήματα. Αλλά εκτός από την ψυχική ζημία που προκαλείται από την παραμέληση της αγωγής, είναι τραγικές οι συνέπειες και για την κοινωνία, εφ’ όσον ο ίδιος Πατέρας αποδίδει την ηθική και κοινωνική ακαταστασία στην έλλειψη της αγωγής.

  1. Ο σκοπός της αγωγής

Οι Παιδαγωγικές αρχές, τις οποίες διατύπωσαν οι Τρεις Ιεράρχες, στηρίζονται ασφαλώς πάνω στο θεμέλιο της Θείας Αποκάλυψης. Είναι βέβαιοι, ότι αυτή πρέπει να θέσουν ως θεμέλιο του οικοδομήματος της αγωγής. Είναι γνώστες και βαθιοί μελετητές και της θύραθεν παιδείας και άλλων θεωριών και φιλοσοφικών συστημάτων. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι αυτά τα φιλοσοφικά συστήματα ερευνούν για να βρουν την αλήθεια, ενώ η Εκκλησία την κατέχει. Η Θεία αποκάλυψη είναι ακριβώς αποκάλυψη της αλήθειας, της μόνης αλήθειας που σώζει. Ο σκοπός της αγωγής είναι να καταστήσει τον άνθρωπο αντάξιο της θείας καταγωγής, αλλά και του θείου προορισμού αυτού. Έτσι ενώ η θύραθεν αγωγή και διδακτική αποβλέπει στο να « εισαγάγη τον παίδα εις τα αγαθά του πολιτισμού διαπλάττουσα αυτόν εις ισχυράν προσωπικότητα, δυναμένην να δράση και να συμμετάσχη εν τη εκπολιτιστική εργασία της κοινωνίας», κατά τον Ν. Εξαρχόπουλο, στο έργο του Εισαγωγή στην Παιδαγωγική, Έκδοση Β`, σελ.187-188, οι Τρεις Ιεράρχες χωρίς να περιορίζονται στην δράση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο, αλλά έχοντας υπ’ όψιν τον ουράνιο προορισμό του, επιζητούν να καταστήσουν όχι μόνο τέλειο, κατά το δυνατό, άνθρωπο, που να δρα επωφελώς στη κοινωνία, αλλά και πέρα από αυτό επιθυμούν να τον καταστήσουν « συμπολίτην των αγίων και οικείον του Θεού» ( Προς Εφεσίους β` 19).

Κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο, η αγωγή είναι επιστήμη επιστημών και έχει σκοπό να δώσει στην κοινωνία καλούς Χριστιανούς.

Αν λησμονήσει ο άνθρωπος την Θεία του καταγωγή και τον Θείο του προορισμό, πέφτει από την ψηλή του θέση, στα γήϊνα και ταυτίζεται με την ύλη. Γι’ αυτό ο Μ. Βασίλειος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τον άνθρωπο που θα παραβλέψει την Θεϊκή του καταγωγή. « Σύνες σεαυτού της τιμής. Ίνα μη παρεικαθής τοις ανοήτοις κτήνεσιν» (Μ. Βασιλείου, Λόγος 24ος, ), δηλαδή « πρόσεξε άνθρωπε τον εαυτό σου και μην ξεφύγεις από την τιμή, για να μην μοιάσεις με τα ανόητα ζώα». Και ο Ι. Χρυσόστομος λέει τα εξής : « Οι εκ των ανθρώπων περιφρονούντες τα θεία λόγια, ουδέ άνθρωποι είναι δύνανται. Ως άνθρωπος ου δύναται χαρακτηρισθήναι ο τρεφόμενος δι’ άρτου και έχων φωνήν ανθρώπου, αλλ’ ο έχων ψυχήν ανθρώπου και διάθεσιν ψυχής» ( Ι. Χρυσοστόμου,PG 35,1188). Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος έχει ανάγκη τελειώσεως, και η τελείωση συντελείται διά μέσου της αγωγής. Η διατήρηση της λαμπρότητας του γένους απαιτεί κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο « την της εικόνος τήρησιν και προς το αρχέτυπον εξομοίωσιν»( Γρηγορίου Θεολόγου Λόγος 24ος, PG35, 1188). Έτσι καθώς φαίνεται οι Τρεις Ιεράρχες τονίζουν τον Θείο σκοπό της αγωγής, και εξαίρουν την θρησκευτική αγωγή, που δεν έχει σκοπό μόνο να καταστήσει τον άνθρωπο σωστό μέσα στην κοινωνία, αλλά να τον καταστήσει πολίτη και μέτοχο της Βασιλείας του Θεού.

  1. Την πρώτη θέση στην ψυχή.

Συνεπώς προς τον τεθέντα σκοπό της αγωγής οι Τρεις Ιεράρχες, ήταν επόμενο να θέσουν το κέντρο του βάρους της προσπάθειάς τους, στην αγωγή της ψυχής, στην ηθική διαπαιδαγώγηση. « Ως γνωστόν η ιδεώδης μόρφωση στην αρχαιότητα συνίστατο στην απόκτηση των τεσσάρων βασικών αρετών, της σοφίας, της σωφροσύνης, της ανδρείας και της δικαιοσύνης….. Αλλά στην πράξη, εάν εξαιρέσουμε διδασκάλους, όπως ο Πλάτωνας και ο Ισοκράτης, οι υπόλοιποι περιορίζονταν στην παροχή στους νέους τυπικής μόρφωσης, λίγη μέριμνα καταβάλλονταν για την ηθική διαπαιδαγώγηση και την πραγματική ψυχική καλλιέργεια των μαθητών….» ( Γ. Τσαμπή, Η παιδεία εις το Βυζάντιον, Τόμος Α`, Μυτιλήνη 1663, σελ.77). Ο Ι. Χρυσόστομος μαρτυρεί για τους συγχρόνους του ότι « νυν δε όπως μεν τέχνας και γράμματα και λόγους τους αυτών παίδας παιδεύσειεν άπασαν έκαστος ποιείται σπουδήν, όπως δε την ψυχήν ασκηθείη, τούτον ουκέτι ουδείς λόγον έχει τινά» (Ι. Χρυσοστόμου, «όπως δει τους γονέας ανατρέφειν….» παρ.18). Σαφώς γίνεται σ’ αυτό το χωρίο για τυπική εξωτερική μόρφωση.

Οι Πατέρες δεν αρνούνται την αξία της ως άνω μόρφωσης, απλώς την χαρακτηρίζουν ανεπαρκή. Επιμένουν, όπως ο Πλάτωνας και άλλοι Αρχαίοι σοφοί, στην ανάγκη της ψυχικής καλλιέργειας των νέων και της ηθικής διαπαιδαγώγησής τους. Θεωρούν απαραίτητη την καλλιέργεια της ψυχής και με άλλες αρετές. Απαιτούν, όπως ο άνθρωπος διακρίνεται και για την ημερότητα και πραότητά του, την φιλανθρωπία του, την απεριόριστη αγάπη του προς τον πλησίον, τα ανθρωπιστικά του γενικώς συναισθήματα, διότι το «ήμερον και κοινωνικόν», κατά τον Μ. Βασίλειο, είναι χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης του.

  1. Οι θέσεις των Τριών Ιεραρχών απέναντι στα ελληνικά γράμματα

Η θέση που πήραν οι Τρεις Ιεράρχες έναντι των ελληνικών γραμμάτων αποτελεί ένα σοβαρώτατο θέμα, εφ’ όσον αυτοί καθιέρωσαν το εκπαιδευτικό σύστημα πάνω στο θεμέλιο της Θείας Αποκάλυψης, μας χρειαζόταν η Ελληνική παιδεία για την Χριστιανική παιδεία; Όπως γνωρίζουμε οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες σπούδασαν την Ελληνική Παιδεία στις διάφορες ειδωλολατρικές σχολές, και γνώριζαν την ελληνική φιλοσοφία και ρητορική, καθώς και όλες τις γνωστές επιστήμες. Δεν απέκλειαν εντελώς την Ελληνική Παιδεία και φιλοσοφία, αλλά συνιστούσαν να χρησιμοποιούν όσα διδάγματα από την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία ήταν χρήσιμα και εξυπηρετούσαν τον σκοπό της αγωγής των μικρών και των μεγάλων.

Η Εκκλησία χρησιμοποίησε την Ελληνική Φιλοσοφία για την διατύπωση των δογμάτων της, και η κλασσική παιδεία θεωρήθηκε απαραίτητη για την κατανόηση της Αγίας Γραφής. Ήδη πριν από τους Τρεις Ιεράρχες, ο φιλόσοφος και μάρτυς Ιουστίνος διατύπωσε την γνώμη, ότι σπέρματα λόγου που φώτισαν τους εθνικούς φιλοσόφους, τους κατέστησαν ικανούς « αμυδρώς οράν τα όντα».

«Ουκ αλλότρια εστι τα Πλάτωνος διδάγματα του Χριστού, αλλ’ ουκ εστι πάντα όμοια, ώσπερ ουδέ τα των άλλων Στωϊκών τε και ποιητών. Η φιλοσοφία είναι μεν μέγιστον κτήμα και τιμιώτατον Θεώ και όσιοι αληθώς εισιν οι φιλοσοφία τον νουν προσεσχηκότες…… Χριστιανική αλήθεια είναι η μόνη ασφαλής και σύμφορος φιλοσοφία» ( Ιουστίνου Φιλοσόφου, Β` Απολογία).

Ο Μ. Βασίλειος συνιστά στους νέους με πολλή προσοχή να επιλέγουν τα ωφέλιμα αναγνώσματα από τους Αρχαίους Έλληνες σοφούς. Συνιστά να κάνουν όπως και η μέλισσα που παίρνει από τα λουλούδια το νέκταρ και την γύρη και αποφεύγει κάθε τι το ακάθαρτο και βλαβερό, και καταλήγει με το επίσης ωραίο παράδειγμα « όπως από την τριανταφυλλιά παίρνουμε το άνθος και αφήνουμε τα αγκάθια, έτσι και με αυτούς τους λόγους, ότι είναι χρήσιμο ας το φυλάξουμε αφού διώξουμε το βλαβερό» ( Μ. Βασιλείου « Προς τους νέους……. Ωφελοίντο λόγων»). Την ίδια θέση παίρνει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο οποίος φέρνει ένα παρόμοιο παράδειγμα από την φαρμακευτική « Όπως ακριβώς έχουμε συνθέσει φάρμακα από δηλητήριο φιδιών, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο από την κοσμική φιλολογία έχουμε παραλάβει κανόνες έρευνας και τρόπους μελέτης, ενώ έχουμε ταυτόχρονα απορρίψει την ειδωλολατρεία» ( Γρηγορίου Θεολόγου, Πανηγυρικός Λόγος προς τον Μ. Βασίλειο).

  1. Η σύμμετρος προς τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις του παιδιού αγωγή.

Η προσφορά της διδασκαλίας ανάλογα με την ηλικία του παιδιού αποτελεί βασική αρχή των παιδαγωγών. Γνωρίζει ο Ι. Χρυσόστομος ότι δεν πρόκειται ο παιδαγωγός να σφυρηλατήσει χάλκινα αντικείμενα, τα οποία δέχονται παθητικά τους χτύπους της σφύρας και τα οποία θα βρει ο τεχνίτης στην ίδια κατάσταση, στην οποία τα άφησε, όταν διέκοψε την εργασία του. Γνωρίζει ότι ο παιδαγωγός σφυρηλατεί ψυχές, οι οποίες δέχονται ή δεν δέχονται την διδασκαλία, αντιδρώντας διαφορετικά. Κατά συνέπεια, άλλα θα προσφέρει στην μία περίπτωση και άλλα στην άλλη. Άλλα στο πρώτο στάδιο της μάθησης και άλλα στα επόμενα. Παίρνει ως παράδειγμα τον Θεό, ο οποίος δεν έδωσε αμέσως τον γραπτό λόγο του, αλλά έδωσε αυτόν σταδιακά ανάλογα με την πνευματική αντίληψη και δεκτικότητα των ανθρώπων.

Το ίδιο λέγει και ο Μ. Βασίλειος « εν τη κατά την ευσέβειαν γυμνασία προς την τελείωσιν εναγόμενοι, τοις ευληπτοτέροις πρώτον και τοις συμμέτροις ημίν κατά την γνώσιν εστοιχειώθημεν» ( Μ. Βασιλείου, Λόγος Περί του Αγίου Πνεύματος). Και αλλού ο ίδιος γράφει : « ου γαρ ο αυτός εστι τω αρτιγεννήτω παιδίω ο εις διδασκαλείον φοιτών ήδη παις και ο προς τας των τεχνών και μαθημάτων αναλήψεις επιτηδείως έχων. Έτερον δε πάλιν παρά τούτον εστιν ο έφηβος…. Και παρά τον έφηβον ο ανήρ» ( Μ. Βασιλείου, Ομιλίες στους Ψαλμούς).

Έτσι στην βάση της παιδαγωγικής αρχής που καθιέρωσαν οι Τρεις Ιεράρχες καταρτίστηκαν τα αναλυτικά προγράμματα στα σχολεία με τον καταμερισμό της ύλης κατά τάξεις και έτη και ηλικία των μαθητών. Έτσι π.χ. δεν μπορείς να διδάξεις σε ένα παιδί των πρώτων τάξεων του Δημοτικού που αρχίζει να μαθαίνει αριθμητική, να του διδάξουμε Άλγεβρα και Γεωμετρία. Αλλά και κάθε άτομο είναι ξεχωριστή προσωπικότητα και παρουσιάζονται πολλές διαφορές και σε άτομα τηε ίδιας ηλικίας, όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα.

  1. Εξατομίκευση της διδασκαλίας.

Πράγματι οι ψυχολογικές και οι άλλες διαφορές, τις οποίες παρουσιάζουν τα άτομα, με τις οποίες ασχολείται σήμερα η Ψυχολογία των ατομικών διαφορών, προκαλούν το ενδιαφέρον των Τριών Ιεραρχών. Σύμφωνα προς τις διαφορές αυτές συνιστούν διαφορετική και ανάλογα με την περίπτωση αγωγή.

Λέει γι’ αυτό το θέμα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: « Όπως ακριβώς στα σώματα δεν προσφέρουν όλοι τα ίδια φάρμακα, αλλά άλλοι διαφορετικά, έτσι και στις ψυχές πρέπει να τις φροντίζουμε με διαφορετικό λόγο και αγωγή» ( Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος απολογητικός Β` Ε.Π.Ε. 35, 453).

Σχετικά και ο Ι. Χρυσόστομος παρατηρεί: « Έργο του διδασκάλου ενώπιον διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας ανθρώπων, είναι να θεραπεύσει όχι μία, αλλά πολλές πληγές και συνεπώς το φάρμακο πρέπει να είναι διαφορετικό κατά τις περιπτώσεις». Η διαφορετική μεταχείριση των μαθητών συνιστά το «επί μέτρω» σχολείο.

  1. Ευχάριστος ο τρόπος της διδασκαλίας.

Απαραίτητη προϋπόθεση θεωρούν για την επιτυχία της διδασκαλίας οι Τρεις Ιεράρχες τον ευχάριστο τρόπο προσφοράς της. Συγκεκριμένα ο Μ. Βασίλειος συνιστά « Βίαιον μάθημα ου πέφυκεν παραμένειν, τα δε μετά τέρψεως και χάριτος εισδυόμενα μονιμώτερον πως ταις ψυχαίς ημών ενιζάνει» ( Μ. Βασιλείου Ομιλία και Ψαλμός). « Το μάθημα που γίνεται με βίαιο τρόπο από την φύση του δεν γίνεται αποδεκτό, ενώ αυτό που γίνεται με ευχάριστο τρόπο και με χάρη εισδύει κάπως μονιμότερα και κατοικεί μεσ’ στις ψυχές μας». Ασφαλώς θα είχαν υπ’ όψη το παράδειγμα του Κυρίου, του οποίου η διδασκαλία ήταν τόσο ευχάριστη, ώστε να ακούν επί συνεχή ώρα τα πλήθη χωρίς να σκέφτονται, « ότι προς εσπέραν εστι και κέκλικεν η ημέρα», ή να λένε όπως οι μαθητές του « Κύριε, που να πάμε, εσύ έχεις λόγια ζωής αιωνίου». Αλλά μήπως και ο Απόστολος Παύλος δεν παρακινούσε, όπως ο λόγος μας είναι ευχάριστος « άλατι ηρτυμένος», ή μήπως και οι λόγοι των Τριών Ιεραρχών δεν ήταν τέτοιοι, ώστε τον μεν Μέγα Βασίλειο να λεχθεί « Εξεχύθη η χάρις του Θεού εν τοις χείλεσιν αυτού», τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο « Αυλόν Θεολογίας», και τον Άγιο Ιωάννη « Χρυσόστομο». Για να επιτύχει άλλωστε η Εκκλησία, κατά την διδασκαλία του Μ. Βασιλείου, την με ευχάριστο τρόπο προσφορά των Χριστιανικών αληθειών « το εκ της μελωδίας τερπνόν τοις δόγμασιν εγκατέμιξεν, ίνα τω προσηνεί και λείω της ακοής, το εκ των λόγων ωφέλιμον λανθανόντως υποδεξώμεθα κατά τους σοφούς των ιατρών, οι των φαρμάκων τα αυστηρότερα πίνειν διδόντες…. Μέλιτι πολλάκις την κύλικα περιχρίουσιν. Δια τούτο τα εναρμόνια ταύτα μέλη των ψαλμών ημίν επινενόηται, ίνα οι παίδες την ηλικίαν ή και όλως οι νεαροί το ήθος, τω μεν δοκείν μελωδώσιν τη δε αληθεία τας ψυχάς εκπαιδεύονται» ( Μ. Βασιλείου Ομιλία Α` Εις Ψαλμούς).

  1. Η εποπτεία

Η παιδαγωγική αρχή της εποπτείας, η οποία βοηθά στην διδασκαλία, όπου σήμερα έχουν αναπτυχθεί τα μέσα εποπτείας και έχουν εξελιχθεί με τα σύχρονα ηλεκτρονικά μέσα, και πρέπει να τα χρησιμοποιούν οι σημερινοί δάσκαλοι, είναι γνωστή στους Τρεις Ιεράρχες. Όχι μόνο είναι γνωστή αλλά την συνιστούν ως απαραίτητη για την εμπέδωση και κατανόηση της διδασκαλίας από τους μαθητές. Εκείνο το οποίο έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος « ουδέν διδασκάλου ψυχρότερον εν λόγοις μόνον φιλοσοφούντος», και « Πράξις λόγου εναργεστέρα ως ακοής όψις και της δια στόματος διδαχής, η διά πείρας διδασκαλία», έρχεται να επιβεβαιώσει η επιστήμη της Παιδαγωγικής με το στόμα των κυριοτέρων ερευνητών της. Έτσι ο Κομένιος αποφαίνεται: « Λέξεις άνευ πραγμάτων, είναι κέλυφος άνευ καρπού, θήκη άνευ ξίφους, σκιά άνευ σώματος, σώμα άνευ ψυχής» ( Γ. Σωτηρίου Η εποπτεία στο μάθημα των Θρησκευτικών Αθήνα 1972, σελ.8). Ο Πεσταλότζι ονομάζει την εποπτεία « ύψιστον αξίωμα της διδασκαλίας και θεμέλιον πάσης γνώσεως».

  1. Η αυτενέργεια

Στους νεότερους χρόνους θεωρήθηκε μεγάλο επίτευγμα της Παιδαγωγικής επιστήμης η μέθοδος της αυτενέργειας, πάνω στην οποία στηρίζονται τα λεγόμενα σχολεία εργασίας. Και είναι χρήσιμη η μέθοδος αυτή στην Παιδαγωγική, διότι αυξάνει την ενεργητικότητα στο παιδί, την διάθεση για έρευνα, και μειώνει την παθητικότητα του παιδιού, το παιδί κουράζεται να ακούει μόνο τον δάσκαλό του και δεν κατανοεί εύκολα , και δεν μπορεί να αφομοιώσει τις διδασκόμενες αλήθειες. Αλλά την μεγάλη αξία που έχει η παιδαγωγική μέθοδος κατανόησαν και εφήρμοσαν πρώτα οι Τρεις Ιεράρχες. Τονίζει λοιπόν ο Μ. Βασίλειος : « Ο μαθητής είναι ανάγκη να εργάζεται. Να έρχεται στην αίθουσα διδασκαλίας με ενδιαφέρον για την εξέταση των τιθεμένων προβλημάτων και να συμμετέχει στο μάθημα. Να διεγείρει το πνεύμα του, ώστε να ελέγχει κάθε τι που διδάσκεται, να του παρορμά ο διδάσκαλος, ώστε να συνεχίσει και μόνος του την έρευνα για την ανεύρεση της αλήθειας, διότι ότι αποκτά κανείς με κόπο, αυτό το δέχεται μετά χαράς, και το φυλάγει με επιμέλεια» ( Ομιλία Ε` Εις την Εξαήμερον, ). Επίσης ο Ι. Χρυσόστομος γράφει : « Επί μεν της γης το παν του γεωργού γίνεται. Άψυχος γαρ εκείνη, υπόκειται προς το παθείν, έτοιμος ούσα μόνον. Επί δε ταύτης της γης, της πνευματικής, ουδαμώς. Ου γαρ των διδασκάλων εστι το παν αλλά ει μη το πλέον, το γουν ήμισυ και των μαθητών. Ημών μεν ουν το καταβαλείν εστι τον σπόρον, υμών δε ποιείν τα λεγόμενα τη μνήμη διά των έργων επιδεικνύεσθαι τους καρπούς, τας ακάνθας προρρίζους ανασπάν» ( Ομιλία 3η Προς Θεσσαλονικείς). Γι’ αυτό αλλού γράφει : « Μη άπαντα εφ’ ημάς ρίπτετε, πρόβατα εστε, αλλ’ ουκ άλογα αλλά λογικά» ( Ομιλία 9η, εις την προς Κολασσαείς), και επομένως και σεις ως μαθητές καλείστε να αυτενεργήσετε.

  1. Η ευρύτητα των παρεχομένων γνώσεων.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν θέτουν φραγμό στον κύκλο των γνώσεων που παρέχονται από την Παιδεία. Οι Τρεις Ιεράρχες κατείχαν οι ίδιοι όλες τις τότε γνωστές επιστήμες. Ο Μ. Βασίλειος εκτός από Θεολογία γνώριζε Φιλοσοφία, ρητορική, φυσική, μαθηματικά και με βάση αυτές τις επιστήμες έγραψε τις 9 ομιλίες του « Εις την Εξαήμερον». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εκφράζει την επιθυμία του προς κάθε έρευνα: « Φιλοσόφει μοι, λέγει, περί κόσμου ή κόσμων, περί ύλης και ψυχής, περί λογικών φύσεων βελτιόνων τε και χειρόνων. Εντούτοις γαρ και το επιτυγχάνειν ουκ άχρηστον και το διαμαρτάνειν ακίνδυνον». Δεν διαβλέπουν κανένα κίνδυνο αλλοίωσης της Χριστιανικής πίστης και ζωής από την χρησιμοποίηση πλουσιοπάροχων γνώσεων.

  1. Μεθοδολογία- Διδακτική.

Αλλά και σε θέματα που αφορούν την μεθοδολογία και την διδακτική αναφέρονται οι Τρεις Ιεράρχες. Συνιστούν την επανάληψη του μαθήματος τόσο από τον δάσκαλο, όσο και από τον μαθητή. Ο δάσκαλος, ο οποίος επαναλαμβάνει την διδασκαλία του, μέχρις ότου το περιεχόμενό της γίνει καταληπτό, διεξάγει κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο « αρίστην διδασκαλίαν». Ο ίδιος Πατέρας « δίνοντας οδηγίες για τον τρόπο μεταχείρισης των αρχαρίων μαθητών, λέγει, ότι οι δάσκαλοι δεν παρέχουν όλοι αμέσως, αλλ’ επαναλαμβάνουν τα ίδια, για να επιτύχουν καλύτερη εντύπωση στον νου των μαθητών. Εξ άλλου δεν παραδίνουν πολλή ύλη, διότι καθίσταται δύσκολο στους μαθητές να την θυμούνται καλά, αλλά και διότι υπάρχει φόβος να γίνουν λιγότερο ενεργητικοί και περισσότερο νωθροί εξαιτίας των δυσκολιών, που θα συναντήσουν», και διότι « ανοίας εστι πολλής, τα πρότερα μη ενθέντα καλώς, εφ’ έτερα άγειν τον μαθητήν». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος χρησιμοποιεί σχετικό παράδειγμα από την γεωργική ζωή : « Δεν είναι, λέγει, ωφελιμότερη η ραγδαία βροχή απ’ αυτήν που πέφτει ήρεμα, διότι εκείνη παρασύρει το έδαφος, ενώ αυτή, αφού μπει βαθιά σ’ αυτό, το καθιστά γόνιμο». Με παράδειγμα εκφράζει την αλήθεια αυτή και ο Μ. Βασίλειος: « Η διάνοια, ατονούσα πάντων ομού περιδράξασθαι, όμοια πάσχει γαστρί, δια την υπερβολήν του κόρου, μη δυναμένη εις πέψιν αγαγείν». Αλλού ο ίδιος Ιεράρχης παρέχει περισσότερες επεξηγήσεις για τους λόγους, οι οποίοι επιβάλλουν να προχωρούμε αργά κατά την διδασκαλία των διαφόρων μαθημάτων. Προέχει πάντοτε η εμπέδωση των διδασκομένων. Χρησιμοποιεί το παράδειγμα του οικοδόμου, ο οποίος χτίζει μια οικοδομή, αφού θέσει τα θεμέλια, τοποθετεί τους λίθους, ουδέποτε προχωρεί χωρίς πρόγραμμα και καταλήγει: « Τους οικοδόμους τούτους μιμηθώμεν και ημείς και κατά όμοιον τρόπον οικοδομήσωμεν το πνεύμα».

Για την διδασκαλία της ανάγνωσης οι Τρεις Ιεράρχες συνιστούν την εκμάθηση πρώτα των στοιχείων του αλφαβήτου, μέθοδο κατά την οποία μάθαμε όλοι μας ανάγνωση και γραφή. Στη συνέχεια ο δάσκαλος έπρεπε να προχωρήσει στον συλλαβισμό, διότι κατά τον Μ. Βασίλειο : « Λόγος διδασκαλίας αρχή, μέρη δε λόγου συλλαβαί και λέξεις. Ει δε τις των πρώτων υπερίδοι στοιχείων, ουδέποτε των τελείων της σοφίας εφάπτεται». Στη συνέχεια ώφειλε ο δάσκαλος παίρνοντας το πινακίδι του μαθητή να γράψει λέξεις ή φράσεις, τις οποίες ήταν υποχρεωμένος να αντιγράψει ο μαθητής κάτω από το υπόδειγμα που λεγόταν υπογραμμός. Στην στίξη έπρεπε κατά τον Μ. Βασίλειο να προσέχουν οι μαθητές, διότι, όπως λέγει « εν μικρά πλάνη πολύς ημάρτηται λόγος».

  1. Επαγγελματικός προσανατολισμός

Ακόμη και την ανάγκη του επαγγελματικού προσανατολισμού εισηγήθηκαν οι Τρεις Ιεράρχες. Σχετικά γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος: « Χαρακτηριστικό γνώρισμα διορατικού διδασκάλου είναι έγκαιρα να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών και να υποδεικνύει σ’ αυτούς, όταν έλθουν στην εφηβική ηλικία, ποιους κλάδους και ποια επαγγέλματα πρέπει να ακολουθήσουν, εφ’ όσον ό,τι κατά τις υποδείξεις της φύσεως γίνεται, έχει επιτυχία, αυτό όμως που αντιστρατεύεται σ’ αυτήν και καταδικάζεται στην αποτυχία».

  1. Ησυχία, τάξη, πειθαρχία, σεβασμός προς τον διδάσκαλο.

Η ησυχία, η τάξη κατά την ώρα του μαθήματος, η πειθαρχία, ο σεβασμός του μαθητή προς τον δάσκαλο είναι κατά τον Μ. Βασίλειο απαραίτητες προϋποθέσεις της μάθησης και της προόδου. Η θέληση του σοφού Ιεράρχη, όπως το μάθημα γίνεται κατά ευχάριστο τρόπο, δεν αντιστρατεύεται, δεν καταλύει την τάξη, την ησυχία, η οποία πρέπει να υπάρχει κατά την ώρα του μαθήματος, ούτε μεταβάλλει το θάρρος σε θράσος, ούτε μπορεί να λιγοστέψει τον σεβασμό του μαθητή προς τον δάσκαλο. Απ’ εναντίας θέτει τις προϋποθέσεις της καλής λειτουργίας του σχολείου και της προόδου των μαθητών, διότι ο λόγος του δασκάλου κατά τον Μ. Βασίλειο « καν μεν εύρη γαλήνην βαθείαν και ησυχίαν, ώσπερ λιμέσιν ευδίοις και αχειμάστοις, ταις ακοαίς των μανθανόντων εγκαθορμίζεται. Εάν δε, οίον ψάλη τις τραχέα, ο παρά των ακουόντων θόρυβος αντιπνεύση, εν μέσω αέρι διαλυθείς εναυάγησεν». Αλλά δυστυχώς δεν επικρατεί ησυχία κατά την ώρα του μαθήματος, και ο δάσκαλος προσπαθεί να επιβάλλει την πειθαρχία μέσα στην τάξη μέσω διαφόρων ποινών που επιβάλλει ο δάσκαλος στο μαθητή. Τι είδους όμως ποινές και επιπλήξεις πρέπει να επιβάλλουν οι δάσκαλοι στα παιδιά; Την απάντηση μας την δίνουν οι Τρεις Ιεράρχες, όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα.

  1. Έλεγχος, ποινές, έπαινος.

Το ζήτημα του ελέγχου των παρεκτρεπομένων μαθητών, των ποινών, αλλά και των επαίνων των απαραίτητων για την επιβράβευση των καλών μαθητών, απασχολεί τους οικουμενικούς διδασκάλους. Γνωρίζει ο Μ. Βασίλειος ότι « ο μετεωρισμός και ο τάραχος και όσα τα τοιαύτα, τη νεότητι» ( Μ. Βασιλείου, « Κεφάλαια όρων κατ’ επιτομήν»). Κατά συνέπεια απαραίτητη θεωρείται η επιτίμηση και ο έλεγχος, ο οποίος ανακαλεί στην τάξη τον παρεκτρεπόμενο. « Υπέρ δε του μη συνεχώς εγκαταλαμβάνεσθαι τοις απηγορευμένοις ο τοιούτος φεύγοι αν τας των ατόπων εννοίας και συνεχώς εαυτόν εκ των ατόπων ανακαλέσεται την των ελέγχων αισχύνην φοβούμενος». Αλλά ο έλεγχος πρέπει να γίνεται με περίσκεψη, για να μη καταλήξει σε αντίθετο αποτέλεσμα, διότι « και δια της συνηθείας του ελέγχου εις αναισθησίαν άγει και καταφρόνησιν» και αλλού παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος: « Και η προσοχή διανοίας και ο του μη μετεωρίζεσθαι εθισμός ευκόλως αν διά της ορθής αγωγής τοις τοιούτοις ( τοις ατάκτοις) εγίγνοιτο, ει παρά των επιστατούντων συνεχώς ανακρίνοιντο, που έχουσι την διάνοιαν και τι στρέφουσι τοις λογισμοίς» ( Μ. Βασιλείου Κεφάλαια κατά Πλάτος). Επίσης παρατηρεί ο ίδιος Πατέρας ότι η τιμωρία φέρει αποτελέσματα, διότι « οι νήπιοι των παίδων καταλιγωρούντες των μαθημάτων, μετά τας μάστιγας, άς οι διδάσκαλοι προσάγουσι, προστυχέστεροι γινόμενοι, δέχονται τα διδάγματα και ο αυτός λόγος προ μεν των πληγών ουκ ηκούετο, μετά δε τας εκ των μαστίγων οδύνας, ως άρτι των ώτων διανοιγέντων και παρεδόθη εν τη ακοή και διεφυλάχθη εν τη μνήμη» ( Μ. Βασιλείου Ομιλία ΙΒ` , στην αρχή των Παροιμιών).

Στο σημείο αυτό ερμηνεύει τα χωρία Παροιμιών ΙΓ` 24, ΚΓ` 13-14: « Όστις φείδεται της βακτηρίας αυτού μισεί τον υιόν αυτού» και « Μη απόσχη νήπιον παιδεύειν, ότι, αν πατάξης αυτόν ράβδω, ουκ αποθανείται, την ψυχήν αυτού ρύση εκ θανάτου….». Κατά τον Άγιο Γρηγόριο « πλήττων σίδηρος εκπυροί και τους λίθους σκληρά δε μάστιξ παιδαγωγεί καρδίαν». Ο πταίσας μαθητής, κατά τον ίδιο Πατέρα, καλό είναι να τιμωρείται για να αποφύγει δεύτερο σφάλμα κατά τον Ιερό Χρυσόστομο : « Το μη επιτιμάν τοις αμαρτάνουσι ζημία εστι και τω διδασκάλω και τω μαθητή» και ερωτά « ειπέ μοι τις γράμματα έμαθε φόβον χωρίς;».

Αλλά οι Τρεις Ιεράρχες δεν κρατούσαν μαστίγια . Οι ίδιοι εξάλλου συνιστούν στους γονείς και στους δασκάλους να είναι προσεκτικοί και μάλλον να αποφεύγουν την τιμωρία. Ο Μ. Βασίλειος συνιστά : « μη βαρύς τη επιτιμήσει γένου, μηδέ ταχέως, μηδέ εμπαθώς εξελέγχεις, μηδέ επί μικροίς καταδικάζων» ( Μ. Βασιλείου περί Ταπεινοφροσύνης). Ο Ι. Χρυσόστομος λέει : « Ο δάσκαλος πρέπει να είναι βραδύς και απρόθυμος στην εφαρμογή των ποινών». Παράλληλα οι Πατέρες καθιστούν εμφανή την ανάγκη του επαίνου και της ηθικής αμοιβής. Κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο : « ο επί τοις κατορθώμασιν έπαινος σφοδροτέραν τοις κατορθώμασιν την προς το κρείττον επιθυμίαν προστίθησιν». Ακόμη : « και επί μικροίς μεγάλους ύμνους υφαίνει ο διδάσκαλος, ου κολακεία τούτο ποιών, αλλ’ υπέρ της σωτηρίας αυτών πάντα πραγματευόμενος. Διό και επαίρει το εγκώμιον προθυμοτέρους ποιών τους μαθητάς». Επίσης ο Θεολόγος Γρηγόριος λέει ότι « Πρώτην των ευεργεσιών επαινείσθαι τα καλά».

  1. Η προσωπικότητα του διδασκάλου.

Ποιος πρέπει να είναι ο δάσκαλος, ο οποίος καλείται να ασκήσει το λεπτότατο, το ευγενέστατο έργο της αγωγής, πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ο δάσκαλος προς το παιδί; Ας δούμε τι λένε οι Τρεις Ιεράρχες, όπως τις συνόψισε ο Φαίδων Κουκουλές. «Ο διδάσκαλος λέγει ως καλούμενος να ρυθμίση τας ψυχικάς του παιδός δυνάμεις, έδει να έχη γνώσεις της Ψυχολογίας, να κατέχη τας Γραφάς, να είναι θεοφιλής, αμνησίκακος, ακενόδοξος, μηδέν του Θεού προτιμών. Επίσης πρέπει να έχη της διδασκαλίας το χάρισμα, ίνα διασαφηνίζη τα διεστραμμένα, άλλως τυφλός αυτός ων, υπάρχει κίνδυνος να αποτυφλώση τους εις αυτόν θέντας παίδας. Επάναγκες να έχη κύρος, ίνα ευπαράδεκτα γίνωνται όσα λέγει. Σωτήριον είναι να πιστεύωσιν οι παίδες εις τον διδάσκαλον. Όταν ευκλεής είναι ούτος, τότε ευπειθείς έχει τους μαθητάς. Όσα λέγει ο διδάσκαλος, δέον ασφαλώς να κατέχη και να μην επιδέχωνται αμφισβήτησιν, οπότε ούτος εις μαθητού τάξιν κατέρχεται. Κατά τον Μ. Βασίλειον, πρέπει να είναι αρχέτυπον βίου και νόμος έμψυχος και κανών αρετής, αρίστη διδασκαλία είναι, όταν τις έργω και ουχί λόγω διδάσκη ………., ο καλός διδάσκαλος, παρατηρεί ο Άγ. Γρηγόριος, πρέπει να παιδεύη ουχί μόνον με λόγους, αλλά να ωφελή τους μαθητάς του και με τας προς τον Ύψιστον υπέρ αυτών ευχάς του. Άξιος του ονόματός του διδάσκαλος κατά τον Ι. Χρυσόστομο είναι ο διδάσκαλος, όταν ως μόνην παρηγορίαν του θεωρεί την προαγωγήν των μαθητών του» (Φαίδων Κουκουλέ, Οι Τρεις Ιεράρχες ως Παιδαγωγοί).

  1. Η αγάπη του δασκάλου προς το παιδί.

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του καλού δασκάλου είναι το να δείχνει αγάπη προς τους μαθητές του, ώστε κατά την φιλοστοργία να υπερτερεί μερικές φορές και τους φυσικούς γονείς. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, ως το φιλείν και φιλείσθαι», κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο στην 6η Ομιλία του στην προς Τιμόθεον Β` Επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Τίποτε δεν προσελκύει περισσότερο τον μαθητή από το να αντιλαμβάνεται ότι ο δάσκαλός του τον αγαπά και ενδιαφέρεται ειλικρινά γι’ αυτόν. Ποιος παιδαγωγός μπορεί να ανατρέψει το αξίωμα αυτό των Πατέρων! Την αγάπη διδάχθηκαν από τον Διδάσκαλο της Αγάπης, του οποίου «μείζονα αγάπην ουδείς έχει».

  1. Η κατάρτιση, το παράδειγμα του δασκάλου.

Για να ανεβεί στο επίζηλο αυτό επίπεδο, ο δάσκαλος πρέπει πρώτα να γίνει κατά τον Ι. Χρυσόστομο « εαυτού διδάσκαλος». « ουδέν ανάρμοστον ουδέ εκμελές εαυτώ συνειδώς», γι’ αυτό και συνιστά « Δίδαξον σεαυτώ πρώτον» (Ι. Χρυσοστόμου, Προς Θεσσαλονικείς Β`, Ομιλία Ε`). Και κατά τον Άγιο Γρηγόριο, ο διδάσκαλος είναι ανάγκη να προσέξει την δική του κατάρτιση. « Οι ημιμαθείς και θρασείς διδάσκαλοι είναι αξιοκατάκριτοι» (Γρηγορ. Θεολόγου, Λόγος Απολογητικός). « Το δε παιδεύειν άλλους επιχειρείν, πριν αυτούς ικανώς παιδευθήναι, λίαν μοι φαίνεται ανοήτων ή τολμηρών, ασυνέτων μεν ει μηδέ αισθάνοιντο της εαυτών αμαθείας, θρασέων δε ει και συνιέντες κατατολμώσι του πράγματος» ( Γρηγ. Θεολόγου Λόγος Β`).

Αναφερόμενος ο ίδιος Πατέρας τόσο στην ατελή κατάρτιση του δασκάλου, όσο και στο ανάρμοστο ήθος του, γράφει : « Μη φανώμεθα της θαυμασίας αρετής κακοί ζωγράφοι….., άλλους ιατρεύειν επιχειρούντες, αυτοί βρύοντες έλκεσιν» ( Γρηγ. Θεολόγου Ε.Π.Ε. 35, 425). Τονίζει επιγραμματικότατα ο Άγιος Γρηγόριος σε άλλη περίπτωση : « Καθαρθήναι δει πρώτον είτα καθάραι∙ σοφισθήναι και ούτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φως και φωτίσαι, εγγίσαι Θεώ και προσαγαγείν άλλους∙ αγιασθήναι και αγιάσαι∙ χειραγωγήσαι μετά χειρών, συμβουλεύσαι μετά συνέσεως» ( Γρηγ. Θεολόγου, Λόγος Απολογητικός της εις τον Πόντον φυγής). Τα ίδια προτρέπει ο Ι. Χρυσόστομος στον δάσκαλο και συνιστά στους γονείς να βρουν « Ζήτησον άνδρα ενάρετον, κακείνω μάλιστα το παν επίτρεψον, ώστε συναντιλαβέσθαι του έργου της διαπαιδαγωγήσεως του τέκνου σου» ( Ι. Χρυσοστόμου, Λόγος « όπως δει τους γονείς ανατρέφειν….»). Συγκρίνοντας ο ίδιος τους κατά φύσιν Πατέρες με τους καλούς δασκάλους, συμπεραίνει : « Διά τούτο διδασκάλους μάλλον των Πατέρων επιζητείν δει και ποθείν∙ διά τούτων μεν το ζην, δι’ εκείνων δε το καλώς ζην γίνεται» (Ι. Χρυσοστόμου, Ομιλία περί Παίδων αγωγής). Αυτή η διαπίστωση του Ι. Πατέρα μας θυμίζει την άποψη του Μ. Αλεξάνδρου ότι στους γονείς μου οφείλω το « ζην», στον δε δάσκαλό μου τον Αριστοτέλη το «ευ ζην». Έτσι λοιπόν πρέπει μετά τους γονείς τα παιδιά να τιμούν τους δασκάλους τους, οι οποίοι τους αναγεννούν πνευματικά, εφ’ όσον ο δάσκαλός τους έχει τα απαραίτητα εφόδια κατάρτισης, έχει αυτογνωσία και αγαπά μέχρι θυσίας τα παιδιά.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μετά από την επιμελημένη παρουσίαση των θέσεων των Τριών Ιεραρχών και Οικουμενικών Διδασκάλων πάνω σε 19 Παιδαγωγικά θέματα, με τις κατάλληλες παραπομπές, προκύπτει το γεγονός πόση διαχρονικότητα έχουν οι λόγοι των Πατέρων πάνω στα Παιδαγωγικά θέματα, και πόση επικαιρότητα παρουσιάζουν και για την σύγχρονη εποχή μας. Σήμερα όπου οι θεσμοί παρουσιάζουν κρίση, και ένας απ’ τους θεσμούς είναι και η Παιδεία μας, που έχει καταντήσει εκπαίδευση μόνο, δηλαδή παροχή γνώσεων για την επαγγελματική αποκατάσταση των νέων, χωρίς να προσεχτεί από τους δασκάλους η ηθική διαπαιδαγώγηση των παιδιών και η σωστή αγωγή. Έτσι λοιπόν πρέπει να ενσκήψουμε μπροστά στα Κείμενα των Τριών Ιεραρχών και να αντλήσουμε από τις πηγές των λόγων των σοφών Ιεραρχών, για να καρπωθούν ιδιαίτερα οι δάσκαλοί μας τα διδάγματα που έχουν να μας δώσουν οι Τρεις Ιεράρχες. Είναι βέβαιο ότι αν η Παιδεία μας αντληθεί από τα νάματα της σοφίας των Τριών Ιεραρχών, και ακολουθήσει πιστά τις παιδαγωγικές αντιλήψεις τους, τότε θα ξεπεραστεί η κρίση που διέπει την Παιδεία μας και την κοινωνία μας γενικά. Αυτή θα είναι η μεγαλύτερη τιμή μας για τους Τρεις Ιεράρχες, προστάτες των Γραμμάτων και της Παιδείας.